χαριστής
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | χαριστής | οι | χαριστές |
γενική | του | χαριστή | των | χαριστών |
αιτιατική | τον | χαριστή | τους | χαριστές |
κλητική | χαριστή | χαριστές | ||
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- χαριστής < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χαριστής αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
χαριστής
|