χαμηλοβλεπής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | χαμηλοβλεπής | η | χαμηλοβλεπής | το | χαμηλοβλεπές |
γενική | του | χαμηλοβλεπούς* | της | χαμηλοβλεπούς | του | χαμηλοβλεπούς |
αιτιατική | τον | χαμηλοβλεπή | τη | χαμηλοβλεπή | το | χαμηλοβλεπές |
κλητική | χαμηλοβλεπή(ς) | χαμηλοβλεπής | χαμηλοβλεπές | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | χαμηλοβλεπείς | οι | χαμηλοβλεπείς | τα | χαμηλοβλεπή |
γενική | των | χαμηλοβλεπών | των | χαμηλοβλεπών | των | χαμηλοβλεπών |
αιτιατική | τους | χαμηλοβλεπείς | τις | χαμηλοβλεπείς | τα | χαμηλοβλεπή |
κλητική | χαμηλοβλεπείς | χαμηλοβλεπείς | χαμηλοβλεπή | |||
* Και προφορικός τύπος σε -ή στη γενική ενικού αρσενικού, ή και θηλυκού | ||||||
Κατηγορία όπως «συνεχής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαχαμηλοβλεπής
- σεμνός, προσγειωμένος, ταπεινός, αυτός που κρατά τα μάτια του χαμηλά, συνηθισμένη χρήση για γυναίκες με τη μορφή χαμηλοβλεπούσα
- ..μήπως είναι ο ποιητικός μας ορίζοντας τόσο στενός, τόσο μονόχνωτα επικεντρωμένος στον χαμηλόφωνο και χαμηλοβλεπή ιδιωτικό μας μικρόκοσμο, ώστε...;, Ανθολογώντας τον Παλαμά , Κώστας Κουτσουρέλης, στη Νέα Εστία, τεύχος Σεπτ. 2018
Μεταφράσεις
επεξεργασία χαμηλοβλεπής
|