χαλβαδοποιείο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χαλβαδοποιείο < χαλβάδ(ες) + -ο- + -ποιείο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχαλβαδοποιείο ουδέτερο
- το εργαστήριο που φτιάχνει χαλβά
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία χαλβαδοποιείο
|