χαλαρωμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
χαλαρωμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του χαλαρωμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του χαλαρωμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του χαλαρωμένος
χαλαρωμένων