χίτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | χίτης | οι | χίτες |
γενική | του | χίτη | των | χιτών |
αιτιατική | τον | χίτη | τους | χίτες |
κλητική | χίτη | χίτες | ||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουσιαστικό επεξεργασία
χίτης αρσενικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
χίτης
|