Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φυτός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
φυτός
<
φύω
Επίθετο
επεξεργασία
ὁ
φυτός
, ἡ φυτή, τό
φυτόν
που έχει
βλαστήσει
,
φυτρώσει
(μεταφορικά) αυτός που είναι έργο της
φύσης
, όχι ο
τεχνητός
, δίχως την
παρέμβαση
ανθρώπου
πιθανόν ο
ξύλινος
Συγγενικά
επεξεργασία
ὁ, ἡ
φυτάλμιος
, το φυτάλμιον (που τρέφει πατρικά, με φροντίδα, αλλά και
εκ γενετής
, φυσικός)
ἡ φύτλη (
φύτρα
,
γένος
,
φυλή
το ουσιαστικό
φυτόν
ἡ
φυταλιά
ἡ
φυτάς