φτωχομάγαζο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
φτωχομάγαζο ουδέτερο
- το κατάστημα που έχει φτηνά πράγματα για να μπορούν να ψωνίσουν και οι φτωχοί
- το κατάστημα που έχει πολύ λίγα είδη, που είναι φτωχό σε ποικλία, που είναι ταπεινό σε εγκαταστάσεις και σε είδη
Μεταφράσεις επεξεργασία
φτωχομάγαζο
|