φορολοταρία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /fo.ɾo.lo.taˈɾi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φο‐ρο‐λο‐τα‐ρί‐α
Ουσιαστικό επεξεργασία
φορολοταρία θηλυκό
- (οικονομία) (νεολογισμός) λοταρία στην οποία οι φορολογούμενοι συμμετέχουν με τις αποδείξεις αγορών τους κερδίζοντας διάφορα χρηματικά ποσά
- ※ Αυτό θα αφορά και τη φορολοταρία που πλέον δεν υπάρχει ενδιαφέρον από τους πολίτες (…)και πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση μελετά πέραν των 1.000 ευρώ που δίνονται σήμερα, να επιβραβεύονται οι ηλεκτρονικές συναλλαγές ακόμα και σε είδος. (*)
Μεταφράσεις επεξεργασία
φορολοταρία
|