Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φολκλορικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
φολκλορικ
ός
η
φολκλορικ
ή
το
φολκλορικ
ό
γενική
του
φολκλορικ
ού
της
φολκλορικ
ής
του
φολκλορικ
ού
αιτιατική
τον
φολκλορικ
ό
τη
φολκλορικ
ή
το
φολκλορικ
ό
κλητική
φολκλορικ
έ
φολκλορικ
ή
φολκλορικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
φολκλορικ
οί
οι
φολκλορικ
ές
τα
φολκλορικ
ά
γενική
των
φολκλορικ
ών
των
φολκλορικ
ών
των
φολκλορικ
ών
αιτιατική
τους
φολκλορικ
ούς
τις
φολκλορικ
ές
τα
φολκλορικ
ά
κλητική
φολκλορικ
οί
φολκλορικ
ές
φολκλορικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
φολκλορικός
<
αγγλική
folkloric
Επίθετο
επεξεργασία
φολκλορικός
σχετικός με το
φολκλόρ
(
ειρωνικό
)
λαϊκός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φολκλορικός
αγγλικά
:
folkloric
(en)
πολωνικά
:
folklorystyczny
(pl)