φλιτζανάκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φλιτζανάκι | τα | φλιτζανάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | φλιτζανάκι | τα | φλιτζανάκια |
κλητική | φλιτζανάκι | φλιτζανάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- φλιτζανάκι < φλιτζάνι + υποκοριστικό επίθημα -άκι
Ουσιαστικό επεξεργασία
φλιτζανάκι ουδέτερο
- υποκοριστικό του φλιτζάνι
Άλλες μορφές επεξεργασία
- φλιντζανάκι (με ένρινη προφορά)
Μεταφράσεις επεξεργασία
φλιτζανάκι
|