φλίσι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
φλίσι < σακολέβα < σακολαίφη < σαγολαίφεα < σάγος και λαῖφος
Ουσιαστικό επεξεργασία
φλίσι ουδέτερο
- κοινή (τον περασμένο αιώνα) ονομασία του ιστίου λαίφος
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
φλίσι
|