φιλανδέζικων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
φιλανδέζικων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του φιλανδέζικος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του φιλανδέζικος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του φιλανδέζικος