πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φελούκα οι φελούκες
      γενική της φελούκας
    αιτιατική τη φελούκα τις φελούκες
     κλητική φελούκα φελούκες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Μια φελούκα στο Νείλο

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

φελούκα θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία