• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

φαναράς

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : Φαναράς, Φανάρας

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο φαναράς οι φαναράδες
      γενική του φαναρά των φαναράδων
    αιτιατική τον φαναρά τους φαναράδες
     κλητική φαναρά φαναράδες
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
φαναράς < φανάρι

Ουσιαστικό

επεξεργασία

φαναράς αρσενικό

  • (παρωχημένο, επάγγελμα) ο κατασκευαστής φαναριών

Συγγενικά

επεξεργασία
  • Φαναράς (επώνυμο, τοπωνύμιο)
  • Φανάρας (επώνυμο)

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    φαναράς
  • αγγλικά : lantern ΧΧΧ maker (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=φαναράς&oldid=5524826"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 21:28

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Φεβρουαρίου 2022, στις 21:28.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας