Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φαγγρί τα φαγγριά
      γενική του φαγγριού των φαγγριών
    αιτιατική το φαγγρί τα φαγγριά
     κλητική φαγγρί φαγγριά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φαγγρί < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική φαγγρί < *φαγγρίον < αρχαία ελληνική φάγρος[1]
 
Φαγγρί

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /faˈgri/
τυπογραφικός συλλαβισμός: φαγ‐γρί

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φαγγρί ουδέτερο

  • ψάρι (Pagrus pagrus) της οικογένειας Sparidae

Άλλες γραφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία