Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φέικ νιουζ < (άμεσο δάνειο) αγγλική fake news

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

φέικ νιουζ ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό, άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία