πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο υπερπροστατευτισμός οι υπερπροστατευτισμοί
      γενική του υπερπροστατευτισμού των υπερπροστατευτισμών
    αιτιατική τον υπερπροστατευτισμό τους υπερπροστατευτισμούς
     κλητική υπερπροστατευτισμέ υπερπροστατευτισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
υπερπροστατευτισμός < μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική overprotectionism.[1] Μορφολογικά αναλύεται σε υπερ- + προστατευτισμός

Ουσιαστικό

επεξεργασία

υπερπροστατευτισμός αρσενικό

  1. (πολιτική, οικονομία) υπερβολικός προστατευτισμός
      Συμπερασματικά, ένας σημαντικός παράγοντας που διογκώνει τις τραπεζικές κρίσεις στις σύγχρονες οικονομίες, είναι ο υπερπροστατευτισμός των τραπεζών από τις κυβερνήσεις. Το γεγονός αυτό αποδίδεται στο ότι οι κυβερήσεις δεν επιτρέπουν στις τράπεζες να λειτουργούν απρόσκοπτα και ελεύθερα και καταλήγουν να τις χρησιμοποιούν ως μέσο άσκησης πολιτικής.
    Αρβανίτη Σπυριδούλα. Το μακροοικονομικό κόστος των νέων κανονισμών κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, μεταπτυχιακή εργασία, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Τμήμα Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής, Πειραιάς, 2013, σελ. 19
     συνώνυμα: παρεμβατισμός
     αντώνυμα: ελεύθερη αγορά
  2. (ψυχολογία) υπέρμετρη προστασία σε κάποιο άτομο (συνήθως παιδί)
      Ο υπερπροστατευτισμός ισοδυναμεί με φόνο, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο: «Οι μητέρες εκείνες που αποχαυνωμένες από το πάθος (από νοσηρή αγάπη), επιδιώκουν, εις βάρος του συμφέροντος των παιδιών, την συνεχή παρουσία κοντά τους, θα μπορούσαν δίκαια να ονομασθούν όχι μητέρες, αλλά φόνισσες των παιδιών τους». Είδαμε και πρωτύτερα, ότι, σύμφωνα με έρευνες, τα υπερπροστατευτικά, κυρίως, παιδιά καθίστανται εύκολα θύματα του σχολικού εκφοβισμού. Ο υπερπροστατευτισμός δεν αφήνει περιθώρια στο παιδί να διαμορφώσει μία θετική αυτοεικόνα, μία αυτοεκτίμηση, δηλ. να συνειδητοποιήσει ότι έχει αξία, ότι είναι ανεπανάληπτο, μοναδικό στην ανθρώπινη ιστορία.
    Στογιαννίδης Αθανάσιος. Σχολικός Εκφοβισμός: Μια σύγχρονη αυτοκριτική για την απουσία αναζήτησης ενός βαθύτερου νοήματος ζωής Synthesis 2.1 (2013): 272-289, σελ. 284
     συνώνυμα: υπερπροστατευτικότητα, υπερπροστασία

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. υπερπροστατευτισμός - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.