↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υπερηχογραφικός η υπερηχογραφική το υπερηχογραφικό
      γενική του υπερηχογραφικού της υπερηχογραφικής του υπερηχογραφικού
    αιτιατική τον υπερηχογραφικό την υπερηχογραφική το υπερηχογραφικό
     κλητική υπερηχογραφικέ υπερηχογραφική υπερηχογραφικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υπερηχογραφικοί οι υπερηχογραφικές τα υπερηχογραφικά
      γενική των υπερηχογραφικών των υπερηχογραφικών των υπερηχογραφικών
    αιτιατική τους υπερηχογραφικούς τις υπερηχογραφικές τα υπερηχογραφικά
     κλητική υπερηχογραφικοί υπερηχογραφικές υπερηχογραφικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
υπερηχογραφικός < υπερηχογραφ(ία) + -ικός

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.peɾ.i.xoˈɣɾa.fikos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: υ‐περ‐η‐χο‐γρα‐φι‐κός

  Επίθετο

επεξεργασία

υπερηχογραφικός, -ή, -ό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία