Ετυμολογία

επεξεργασία
τρικολόρ < γαλλική les tricolores (οι τρίχρωμοι, από τα τρία χρώματα της γαλλικής σημαίας, μπλε, άσπρο, κόκκινο)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τρικολόρ αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό άκλιτο