τραβάω τα μαλλιά μου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Έκφραση επεξεργασία
τραβάω τα μαλλιά μου
- θρηνώ, πενθώ για θάνατο, αλλά και εκδηλώνω οργή και απελπισία για ένα γεγονός πολύ λιγότερο σημαντικό, πλην αρκετά σοβαρό για να προξενεί έντονα αισθήματα
- όταν είδα τους βαθμούς του Β΄ τριμήνου μου ήρθε να αρχίσω να τραβάω τα μαλλιά μου