• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

τούρνα

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Δείτε επίσης
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τούρνα οι τούρνες
      γενική της τούρνας των τουρνών
    αιτιατική την τούρνα τις τούρνες
     κλητική τούρνα τούρνες
όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
μια τούρνα

  Ετυμολογία Επεξεργασία

τούρνα < τουρκική turna < παλαιά τουρκική turna < πρωτοτουρκική *durunja

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈtuɾ.na/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

τούρνα θηλυκό

  • (ιχθυολογία) σαρκοφάγο ψάρι (επιστημονική ονομασία Esox lucius), που ζει σε γλυκά νερά

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • Λούτσος των ποταμών στη Βικιπαίδεια  

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    τούρνα
  • αγγλικά : pike (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=τούρνα&oldid=4869099"
Τελευταία επεξεργασία στις 11 Οκτωβρίου 2020, στις 12:55

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 11 Οκτωβρίου 2020, στις 12:55.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie