τοποθετούμαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τοποθετούμαι < τοποθετώ
Ρήμα
επεξεργασίατοποθετούμαι
- με τοποθετούν (μπαίνω) σε κατάλληλη θέση
- τεχνητός πνεύμονας τοποθετήθηκε σε ασθενή
- καταλαμβάνω μια θέση με επισημότητα
- τοποθετήθηκε ο θεμέλιος λίθος του νέου κτιρίου
- προσδιορίζεται με βάση στοιχεία ότι βρίσκομαι σε έναν τόπο ή συμβαίνω σε μια χρονική στιγμή/περίοδο
- η γεωγραφική θέση της αρχαίας πόλης τοποθετείται μερικά χιλιόμετρα βόρεια του σημερινού ομώνυμου οικισμού
- η κατασκευή του οικισμού τοποθετείται στους γεωμετρικούς χρόνους
- για έργα δημιουργικής φαντασίας
- η δράση του έργου τοποθετείται στην Αθήνα του μεσοπολέμου
- διορίζομαι σε θέση (ή σε τόπο όπου θα ασκήσω τα καθήκοντά μου)
- τοποθετήθηκε ο νέος διευθυντής του ιδρύματος
- ζήτησε μετάθεση και τοποθετήθηκε στο Μεσολόγγι
- αγοράζω μετοχές με σκοπό να αποκομίσω κάποιο κέρδος
- η εταιρία τοποθετήθηκε στον κλάδο της πληροφορικής
- παίρνω κάποια στάση σχετικά με ένα θέμα
- ο πρόεδρος της δημοκρατίας τοποθετήθηκε υπέρ της άμεσης λύσης του προβλήματος
- με κατατάσσουν σε κάποια κατηγορία
- Ο Τέλλος Άγρας τοποθετείται στους έλληνες ποιητές του μεσοπολέμου, τους λεγόμενους νεορομαντικούς ή παρακμιακούς (από τον δικτυακό τόπο του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου)