τιραμισού
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ti.ɾa.miˈsu/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τι‐ρα‐μι‐σού
Ουσιαστικό επεξεργασία
τιραμισού θηλυκό άκλιτο ή ουδέτερο άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- τιραμισού στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
τιραμισού
επεξεργασία
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)