Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ταυτοχρονία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ταυτοχρονί
α
οι
ταυτοχρονί
ες
γενική
της
ταυτοχρονί
ας
των
ταυτοχρονι
ών
αιτιατική
την
ταυτοχρονί
α
τις
ταυτοχρονί
ες
κλητική
ταυτοχρονί
α
ταυτοχρονί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ταυτοχρονία
<
ταυτο-
+
χρόνος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ταυτοχρονία
(en)
θηλυκό
ο
ταυτοχρονισμός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ταυτοχρονία
αγγλικά
:
simultaneity
(en)
,
concurrency
(en)