Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ταξιτζής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
ταξιτζ
ής
οι
ταξιτζ
ήδες
γενική
του
ταξιτζ
ή
των
ταξιτζ
ήδων
αιτιατική
τον
ταξιτζ
ή
τους
ταξιτζ
ήδες
κλητική
ταξιτζ
ή
ταξιτζ
ήδες
Κατηγορία
όπως «
μπαλωματής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ταξιτζής
<
ταξί
+
-τζής
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ταξιτζής
αρσενικό
(
θηλυκό
:
ταξιτζού
)
(
επάγγελμα
) ο
οδηγός
ή ο
ιδιοκτήτης
ταξί
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
ταξί
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ταξιτζής
αγγλικά
:
cabdriver
(en)
,
cabbie
(en)
γαλλικά
:
chauffeur
(fr)
de
taxi
(fr)
τουρκικά
:
taksici
(tr)