ταμπεραμέντο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ταμπεραμέντο < (άμεσο δάνειο) ιταλική temperamento
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ταμπεραμέντο ουδέτερο (και ταπεραμέντο)
- η ιδιοσυγκρασία, ο ιδιαίτερος χαρακτήρας κάποιου
- φλογερό ταμπεραμέντο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ταμπεραμέντο