Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τέθριππο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
τέθριππ
ο
τα
τέθριππ
α
γενική
του
τεθρίππ
ου
&
τέθριππ
ου
των
τεθρίππ
ων
αιτιατική
το
τέθριππ
ο
τα
τέθριππ
α
κλητική
τέθριππ
ο
τέθριππ
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
τέθριππο
<
αρχαία ελληνική
τέθριππον
<
τεθρ-
(<
τετρ-
με δάσυνση του
τ
λόγω του δασυνόμενου β΄ συνθετικού <
τέτταρα
) +
ἵππος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τέθριππο
ουδέτερο
άρμα
με
τέσσερα
άλογα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τέθριππο
αγγλικά
:
quadriga
(en)
γαλλικά
:
quadrige
(fr)
ισπανικά
:
cuadriga
(es)
πολωνικά
:
kwadryga
(pl)