σφαιρικός
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
σφαιρικός
- από όλες τις πλευρές ή όλες τις απόψεις, ολικός
- σφαιρική αντίληψη του ζητήματος
- που έχει σχέση με σφαίρα ή που έχει παρόμοιο σχήμα
- σφαιρική γεωμετρία
- σφαιρικός φακός