Ετυμολογία

επεξεργασία
συστήνομαι < παθητική φωνή του ρήματος συστήνω

συστήνομαι, πρτ.: συστηνόμουν, στ.μέλλ.: θα συστηθώ, αόρ.: συστήθηκα, μτχ.π.π.: συστημένος

  1. με συστήνουν
  2. συστήνω τον εαυτό μου, παρουσιάζω τον εαυτό μου και λέω το όνομά μου σε κάποιον που γνωρίζω για πρώτη φορά

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

συστήνομαι, πρτ.: συστηνόμουν, στ.μέλλ.: θα συστηθώ & συσταθώ, αόρ.: συστήθηκα & συσταθώ, μτχ.π.π.: συστημένος

  1. ιδρύομαι