στροφοδίνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- στροφοδίνη < μεσαιωνική ελληνική στροφοδινία[1] < ελληνιστική κοινή στροφοδινέω[2] < αρχαία ελληνική στροφή < στρέφω + δίνη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
στροφοδίνη θηλυκό
- γρήγορη περιστροφή ενός σώματος γύρω από άξονα, είτε ως φυσικό φαινόμενο είτε ως ελεγχόμενη διαδικασία σε τεχνολογικές εφαρμογές
- (ειδικότερα, αστρονομία) εσκεμμένη περιστροφή πυραύλων ή διαστημοπλοίου γύρω από άξονα, με σκοπό τη σταθεροποίησή του ή τη δημιουργία τεχνητής βαρύτητας
Συγγενικά
επεξεργασία- στροφοδίνημα
- στροφοδινώ (στροφοδινούμαι)
- → δείτε τις λέξεις στρέφω και δίνη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ στροφοδινία - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- ↑ στροφοδινέω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.