Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το στρατιωτάκι τα στρατιωτάκια
      γενική
    αιτιατική το στρατιωτάκι τα στρατιωτάκια
     κλητική στρατιωτάκι στρατιωτάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

στρατιωτάκι < στρατιώτ(ης) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /stɾa.tçoˈta.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: στρα‐τι‐ω‐τά‐κι}}
 
παιδικό στρατιωτάκι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

στρατιωτάκι ουδέτερο

  1. υποκοριστικό του στρατιώτης
  2. (παιχνίδι) φιγούρα που μοιάζει με στρατιώτη
  3. (στον πληθυντικό) → δείτε τη λέξη στρατιωτάκια (παιχνίδι)

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε στρατιώτης