Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η στρατηγίνα οι στρατηγίνες
      γενική της στρατηγίνας των στρατηγίνων
    αιτιατική τη στρατηγίνα τις στρατηγίνες
     κλητική στρατηγίνα στρατηγίνες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

στρατηγίνα < στρατηγ(ός) + -ίνα[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /stɾa.tiˈʝi.na/
τυπογραφικός συλλαβισμός: στρα‐τη‐γί‐να

  Ουσιαστικό επεξεργασία

στρατηγίνα θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε στρατηγός

  Αναφορές επεξεργασία