↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο στηθαγχικός η στηθαγχική το στηθαγχικό
      γενική του στηθαγχικού της στηθαγχικής του στηθαγχικού
    αιτιατική τον στηθαγχικό τη στηθαγχική το στηθαγχικό
     κλητική στηθαγχικέ στηθαγχική στηθαγχικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι στηθαγχικοί οι στηθαγχικές τα στηθαγχικά
      γενική των στηθαγχικών των στηθαγχικών των στηθαγχικών
    αιτιατική τους στηθαγχικούς τις στηθαγχικές τα στηθαγχικά
     κλητική στηθαγχικοί στηθαγχικές στηθαγχικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
στηθαγχικός < στηθάγχ(η) + -ικός

  Επίθετο

επεξεργασία

στηθαγχικός, -ή, -ό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία