Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σοφιστεία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
σοφιστεί
α
οι
σοφιστεί
ες
γενική
της
σοφιστεί
ας
των
σοφιστει
ών
αιτιατική
τη
σοφιστεί
α
τις
σοφιστεί
ες
κλητική
σοφιστεί
α
σοφιστεί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σοφιστεία
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σοφιστεία
θηλυκό
η ικανότητα κάποιου να πλάθει
σοφίσματα
το
σόφισμα
Συγγενικά
επεξεργασία
σόφισμα
σοφιστής
σοφιστικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σοφιστεία
αγγλικά
:
sophistry
(en)
γαλλικά
:
sophistique
(fr)