σκοτεινή ύλη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σκοτεινή ύλη θηλυκό
- υποθετικός τύπος ύλης που δεν μπορεί να παρατηρηθεί απευθείας καθώς δεν εκπέμπει ούτε απορροφά φως ή άλλη ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία
![]() |
σκοτεινή ύλη θηλυκό