Δείτε επίσης: σκοτεινή, ύλη

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σκοτεινή ύλη θηλυκό

  • υποθετικός τύπος ύλης που δεν μπορεί να παρατηρηθεί απευθείας καθώς δεν εκπέμπει ούτε απορροφά φως ή άλλη ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • dark matter στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία