Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σιναπισμός οι σιναπισμοί
      γενική του σιναπισμού των σιναπισμών
    αιτιατική τον σιναπισμό τους σιναπισμούς
     κλητική σιναπισμέ σιναπισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

σιναπισμός < ελληνιστική κοινή σιναπισμός. Συγχρονικά αναλύεται σε σινάπ(ι) + -ισμός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σιναπισμός αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

σιναπισμός < σίναπ(ι) + -ισμός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

σιναπισμός (ελληνιστική κοινή)

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία