Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

σημείο στίξης → δείτε τις λέξεις σημείο και στίξη

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

σημείο στίξης ουδέτερο

  • σύμβολο που χρησιμοποιείται στο γραπτό λόγο για να χωριστούν μεταξύ τους περίοδοι, προτάσεις ή λέξεις

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία