• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σαμαρσκίτης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Δείτε επίσης
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σαμαρσκίτης οι σαμαρσκίτες
      γενική του σαμαρσκίτη των σαμαρσκιτών
    αιτιατική τον σαμαρσκίτη τους σαμαρσκίτες
     κλητική σαμαρσκίτη σαμαρσκίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
σαμαρσκίτης < samarskite → λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σαμαρσκίτης αρσενικό

  • (ορυκτολογία, χημεία) ορυκτό οξείδιο σπανίων γαιών

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • σαμαρσκίτης στη Βικιπαίδεια Λήμμα στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    σαμαρσκίτης
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σαμαρσκίτης&oldid=6938043"
Τελευταία επεξεργασία στις 22 Σεπτεμβρίου 2024, στις 07:52

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 22 Σεπτεμβρίου 2024, στις 07:52.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας