Ετυμολογία

επεξεργασία
σέστο < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σέστο ουδέτερο

  • (κεφαλονίτικο ιδίωμα) καμώματα, χρησιμοποιείται συνήθως στον πληθυντικό:
    Τι σέστα είναι εφκιά = "τι καμώματα είναι αυτά".

  Μεταφράσεις

επεξεργασία