ροδοψημένος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ροδοψημένος: μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος ροδοψήνω
Μετοχή επεξεργασία
ροδοψημένος, -η, -ο
- που έχει ροδοψηθεί
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη ροδοψήνω
Μεταφράσεις επεξεργασία
ροδοψημένος
|