ραδιοαστρονομία
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ραδιοαστρονομία < ράδιο + αστρονομία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ραδιοαστρονομία θηλυκό
- (αστρονομία) πεδίο της αστρονομίας για τη μελέτη ουράνιων αντικείμενων σε ραδιοσυχνότητες
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
ραδιοαστρονομία
|