ραδιοαστρονομία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ραδιοαστρονομία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική radioastronomy + -ία < λατινική radius + αρχαία ελληνική ἀστήρ + νέμω
Ουσιαστικό επεξεργασία
ραδιοαστρονομία θηλυκό
- (αστρονομία) κλάδος της αστρονομίας που μελετά ουράνια σώματα μέσω της ανάλυσης της ακτινοβολίας ραδιοκυμάτων που εκπέμπονται από αστρικά αντικείμενα
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ραδιοαστρονομία