πυρίαμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πυρίαμα ουδέτερο
- (ιατρική) θερμό επίθεμα για θεραπευτικό σκοπό, φιάλες θερμού ύδατος, κέραμοι θερμαί και γενικά καταπλάσματα
Μεταφράσεις επεξεργασία
πυρίαμα
|
πυρίαμα ουδέτερο
|