Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
προκολομβιανός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
προκολομβιαν
ός
η
προκολομβιαν
ή
το
προκολομβιαν
ό
γενική
του
προκολομβιαν
ού
της
προκολομβιαν
ής
του
προκολομβιαν
ού
αιτιατική
τον
προκολομβιαν
ό
την
προκολομβιαν
ή
το
προκολομβιαν
ό
κλητική
προκολομβιαν
έ
προκολομβιαν
ή
προκολομβιαν
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
προκολομβιαν
οί
οι
προκολομβιαν
ές
τα
προκολομβιαν
ά
γενική
των
προκολομβιαν
ών
των
προκολομβιαν
ών
των
προκολομβιαν
ών
αιτιατική
τους
προκολομβιαν
ούς
τις
προκολομβιαν
ές
τα
προκολομβιαν
ά
κλητική
προκολομβιαν
οί
προκολομβιαν
ές
προκολομβιαν
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
προκολομβιανός
< +
προ-
+
Κολομβιανός
<
προ-
+
Κολόμβος
+
-ιανός
Επίθετο
επεξεργασία
προκολομβιανός
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
προκολομβιανός