Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πολύδεντρος η πολύδεντρη το πολύδεντρο
      γενική του πολύδεντρου της πολύδεντρης του πολύδεντρου
    αιτιατική τον πολύδεντρο την πολύδεντρη το πολύδεντρο
     κλητική πολύδεντρε πολύδεντρη πολύδεντρο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πολύδεντροι οι πολύδεντρες τα πολύδεντρα
      γενική των πολύδεντρων των πολύδεντρων των πολύδεντρων
    αιτιατική τους πολύδεντρους τις πολύδεντρες τα πολύδεντρα
     κλητική πολύδεντροι πολύδεντρες πολύδεντρα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

πολύδεντρος < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο επεξεργασία

πολύδεντρος, -η, -ο

  Μεταφράσεις επεξεργασία