πολυζωία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πολυζωία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πολυζωία θηλυκό
- η ζωή για μεγάλο χρονικό διάστημα
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
πολυζωία
|
πολυζωία θηλυκό
|