ποδάρκης
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΑυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο. Παρατηρήσεις: Για το ουδέτερο, όπως παρατήρηση Pape. |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ποδάρκης < πούς ποδ- + ἀρκ(έω) + -ης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε; για την παρατήρηση Cunliffe, of uncertain second element. ‑‑Sarri.greek ♫ | 18:51, 3 Φεβρουαρίου 2023 (UTC)}}
Επίθετο
επεξεργασίαποδάρκης, -ης, -ες
- που του αρκούν και με το παραπάνω τα πόδια του, ο ταχύς στο τρέξιμο
- χαρακτηρισμός του Ερμή
- ↪ ποδάρκης ἄγγελος Διός (για τον Ερμή)
- αγώνας δρόμου
- ↪ ποδάρκης ἁμέρα (η ημέρα με το αγώνισμα του τρεξίματος)
Πηγές
επεξεργασία- ποδάρκης - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ποδάρκης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.