πικρούτσικος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πικρούτσικος < πικρός + υποκοριστικό επίθημα -ούτσικος
Επίθετο επεξεργασία
πικρούτσικος
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη πικρός
Μεταφράσεις επεξεργασία
πικρούτσικος
|
πικρούτσικος
|