πιέζομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /piˈe.zo.me/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πι‐έ‐ζο‐μαι
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
πιέζομαι
- παθητική φωνή του ρήματος πιέζω (παθητική διάθεση)