↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πεχαμετρικός η πεχαμετρική το πεχαμετρικό
      γενική του πεχαμετρικού της πεχαμετρικής του πεχαμετρικού
    αιτιατική τον πεχαμετρικό την πεχαμετρική το πεχαμετρικό
     κλητική πεχαμετρικέ πεχαμετρική πεχαμετρικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πεχαμετρικοί οι πεχαμετρικές τα πεχαμετρικά
      γενική των πεχαμετρικών των πεχαμετρικών των πεχαμετρικών
    αιτιατική τους πεχαμετρικούς τις πεχαμετρικές τα πεχαμετρικά
     κλητική πεχαμετρικοί πεχαμετρικές πεχαμετρικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πεχαμετρικός < πεχάμετρο + -ικός

  Επίθετο

επεξεργασία

πεχαμετρικός

  Μεταφράσεις

επεξεργασία