• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

πετσωμένος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Μετοχή
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική πετσωμένος πετσωμένη πετσωμένο
γενική πετσωμένου πετσωμένης πετσωμένου
αιτιατική πετσωμένο πετσωμένη πετσωμένο
κλητική πετσωμένε πετσωμένη πετσωμένο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική πετσωμένοι πετσωμένες πετσωμένα
γενική πετσωμένων πετσωμένων πετσωμένων
αιτιατική πετσωμένους πετσωμένες πετσωμένα
κλητική πετσωμένοι πετσωμένες πετσωμένα

  Ετυμολογία Επεξεργασία

πετσωμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος πετσώνω

  ΜετοχήΕπεξεργασία

πετσωμένος, -η, -ο

  • → δείτε τη λέξη πετσώνω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    πετσωμένος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=πετσωμένος&oldid=4728364"
Τελευταία επεξεργασία στις 16 Αυγούστου 2020, στις 10:52

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 16 Αυγούστου 2020, στις 10:52.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie